
• Η ετυμηγορία των αποφάσεων που καθαρογράφηκαν
• Πώς αιτιολογήθηκε το οριστικό «όχι» για την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος στον Δήμο Ρόδου • Οι κρίσιμες αποφάσεις που επικύρωσαν το εκλογικό αποτέλεσμα
• Οι παράμετροι που έλαβαν υπόψιν τους οι δικαστές για να απορρίψουν τις αναιρέσεις που άσκησαν οι κ.κ. Αντώνης Καμπουράκης και Αλέξανδρος Κολιάδης
• Εις βάθος ανάλυση του νομικού σκεπτικού, της σημασίας των αποφάσεων και των επιπτώσεών τους στη νομολογία περί εκλογικών διαφορών
• Αντώνης Καμπουράκης: Ενωμένοι, περήφανοι και αποφασισμένοι… συνεχίζουμε
Στις 30 Δεκεμβρίου 2024, το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), όπως απεκάλυψε η «δημοκρατική», εξέδωσε δύο καθοριστικής σημασίας αποφάσεις, τις υπ’ αριθμόν 2170 και 2171/2024, οι οποίες απορρίπτουν τις αναιρέσεις των κ.κ. Αντώνη Καμπουράκη και Αλέξανδρου Κολιάδη.
Οι αποφάσεις αυτές, που καθαρογράφηκαν χθες, αφορούν στην εκλογική διαμάχη για τις δημοτικές εκλογές του 2023 στον Δήμο Ρόδου, θέτοντας ένα οριστικό τέλος σε μία μακρά διαδικασία ενστάσεων και αντενστάσεων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο κατέστησε σαφές ότι η ερμηνεία των εκλογικών διατάξεων πρέπει να στηρίζεται σε αυστηρά νομικά και πραγματικά κριτήρια, ενώ παράλληλα επικύρωσε τη συνταγματικότητα του ισχύοντος εκλογικού πλαισίου. Η απόρριψη των αναιρέσεων ενισχύει τη θέση του κ. Κολιάδη ως δημάρχου Ρόδου, παρέχοντας στην δημοτική αρχή θεσμική και πολιτική νομιμοποίηση.
Το παρόν άρθρο επιχειρεί μία εις βάθος ανάλυση του νομικού σκεπτικού, της σημασίας των αποφάσεων και των επιπτώσεών τους στη νομολογία περί εκλογικών διαφορών.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Οι δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2023 στον Δήμο Ρόδου χαρακτηρίστηκαν από έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των δύο κυριότερων υποψηφίων, του κ. Αντώνη Καμπουράκη («Με Δύναμη για τη Ρόδο») και του κ. Αλέξανδρου Κολιάδη («ΕΝΑ – Ενωμένοι Αλλάζουμε – Μαζί για τη Ρόδο»).
Κατά τον πρώτο γύρο των εκλογών στις 8 Οκτωβρίου, ο συνδυασμός του κ. Καμπουράκη συγκέντρωσε 42,81% των ψήφων, ενώ ο συνδυασμός του κ. Κολιάδη έλαβε 37,56%. Επειδή κανένας από τους δύο δεν συγκέντρωσε το απαιτούμενο 43% συν μία ψήφο για εκλογή από τον πρώτο γύρο, διενεργήθηκε επαναληπτική ψηφοφορία στις 15 Οκτωβρίου, στην οποία ο συνδυασμός του κ. Κολιάδη επικράτησε με 57,96%, έναντι 42,04% του κ. Καμπουράκη.
Μετά την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας, ο κ. Καμπουράκης υπέβαλε ένσταση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου, υποστηρίζοντας ότι ορισμένα ψηφοδέλτια υπέρ του κ. Κολιάδη ήταν άκυρα λόγω διακριτικών γνωρισμάτων, τα οποία παραβίαζαν τη μυστικότητα της ψήφου.
Από την πλευρά του, ο κ. Κολιάδης υπέβαλε αντένσταση, ζητώντας την απόρριψη της ένστασης και επικυρώνοντας το αποτέλεσμα.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου (απόφαση Α41/2024) απέρριψε και τις δύο αιτιάσεις, επικυρώνοντας το εκλογικό αποτέλεσμα.
Οι δύο υποψήφιοι προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Απόφαση 2170/2024 – Η αναίρεση του κ. Καμπουράκη
Η πρώτη απόφαση αφορά στην αίτηση αναίρεσης του κ. Καμπουράκη, η οποία βασίστηκε στην επιχειρηματολογία ότι το Διοικητικό Πρωτοδικείο εσφαλμένα έκρινε έγκυρα ψηφοδέλτια που φέρουν διακριτικά γνωρίσματα.
Σημεία-κλειδιά του σκεπτικού:
Νομοθετικό πλαίσιο: Το ΣτΕ εξέτασε τη νομοθεσία περί εκλογικών διαφορών, συγκεκριμένα τις διατάξεις του ν. 4804/2021, που ορίζουν ρητά και περιοριστικά τους λόγους ακυρότητας ψηφοδελτίων. Σύμφωνα με το άρθρο 23, ψηφοδέλτια ακυρώνονται μόνο όταν φέρουν διακριτικά γνωρίσματα που παραβιάζουν το απόρρητο της ψήφου με τρόπο προφανή.
Σύμφωνα με το άρθρο 22 του ίδιου νόμου, ο εκλογέας μπορεί να εκφράσει την προτίμησή του σημειώνοντας σταυρό δίπλα στο όνομα του υποψηφίου. Ψηφοδέλτια με υπερβολικό αριθμό σταυρών προτίμησης ή με εμφανή διακριτικά χαρακτηριστικά μπορούν να θεωρηθούν άκυρα μόνο όταν πληρούνται αυστηρές προϋποθέσεις, διασφαλίζοντας την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και της μυστικότητας της ψήφου.
Ερμηνεία των διακριτικών γνωρισμάτων: Το Δικαστήριο ανέλυσε λεπτομερώς τα χαρακτηριστικά των επίμαχων ψηφοδελτίων. Οι μικρές γραμμές, οι κουκίδες ή οι ατελείς σταυροί που επικαλέστηκε ο κ. Καμπουράκης θεωρήθηκαν είτε τυχαία σημάδια είτε τόσο ανεπαίσθητα, ώστε να μην παραβιάζουν τη μυστικότητα της ψήφου. Ο νομοθέτης ορίζει ότι η κρίση περί διακριτικού γνωρίσματος πρέπει να βασίζεται σε λογικά κριτήρια και να είναι προφανής η πρόθεση παραβίασης της μυστικότητας.
Αλυσιτέλεια της αναίρεσης: Το ΣτΕ υπογράμμισε ότι ακόμα και αν γίνονταν δεκτοί οι ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος, οι πρόσθετες ψήφοι δεν θα επαρκούσαν για να ανατρέψουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Ειδικότερα, η διαφορά των ψήφων ήταν τέτοια που οι όποιες ακυρώσεις ψηφοδελτίων δεν θα οδηγούσαν στην αλλαγή του εκλογικού νικητή. Πιο συγκεκριμένα τονίζεται ότι με τους ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος αμφισβητούνται οι κρίσεις της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, κατά το μέρος που αφορούν σε είκοσι έξι (26) ψηφοδέλτια. Όπως, όμως, προβάλλει ο αναιρεσείων με το από 28.6.2024 υπόμνημά του και δεν αμφισβητείται, οι πρόσθετες ψήφοι που απαιτούνταν για την εκλογή του κατά την εκλογική αναμέτρηση της 8ης Οκτωβρίου 2023 ανέρχονται σε σαράντα οκτώ (48). Συνεπώς, οπως έκρινε το ΣτΕ οι ισχυρισμοί του που αφορούν στις πλημμέλειες της αναιρεσιβαλλομένης τις σχετικές με τα είκοσι έξι ψηφοδέλτια πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενοι, δεδομένου ότι και αν ακόμη γίνονταν δεκτοί και τα αντίστοιχα ψηφοδέλτια αναγνωρίζονταν ως έγκυρα, δεν θα επαρκούσαν για να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ των συνδυασμών του αναιρεσείοντος και του αναιρεσίβλητου, ώστε να ανατραπεί το εκλογικό αποτέλεσμα υπέρ του αναιρεσείοντος (βλ. ΣτΕ 3624/2015 σκ. 21).
Αναφορά στη νομολογία: Το ΣτΕ βασίστηκε σε προηγούμενες αποφάσεις που υποστηρίζουν ότι η μυστικότητα της ψήφου πρέπει να παραβιάζεται με σαφή και αναμφισβήτητο τρόπο για να κριθεί άκυρο ένα ψηφοδέλτιο (π.χ., ΣτΕ 2266/2020). Επιπλέον, η νομολογία αποσαφηνίζει ότι η αναγνώριση διακριτικών γνωρισμάτων απαιτεί ενδελεχή ανάλυση των συνθηκών υπό τις οποίες τέθηκαν τα επίμαχα σημάδια.
Η απόφαση 2170/2024 απέρριψε την αίτηση αναίρεσης του κ. Καμπουράκη, κρίνοντας ότι δεν υπήρχαν επαρκείς νομικοί και πραγματικοί λόγοι για την ακύρωση των επίμαχων ψηφοδελτίων.
Απόφαση 2171/2024 – Η αναίρεση του κ. Κολιάδη
Η δεύτερη απόφαση αφορά στην αίτηση αναίρεσης του κ. Κολιάδη, ο οποίος υποστήριξε ότι η εκλογική διαδικασία και οι διατάξεις του ν. 4804/2021 ήταν αντισυνταγματικές.
Σημεία-κλειδιά του σκεπτικού:
Αντισυνταγματικότητα του εκλογικού νόμου: Ο κ. Κολιάδης υποστήριξε ότι η διάταξη που απαιτεί 43% συν μία ψήφο για την εκλογή από τον πρώτο γύρο είναι αντίθετη με την αρχή της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος. Το ΣτΕ απέρριψε τον ισχυρισμό, επισημαίνοντας ότι η διάταξη αυτή έχει κριθεί συνταγματική σε προηγούμενες αποφάσεις (π.χ., ΣτΕ 3684-7/2009) και ότι ενισχύει τη δημοκρατική νομιμοποίηση.
Ερμηνεία του εκλογικού συστήματος: Το Δικαστήριο ανέφερε ότι το εκλογικό σύστημα που εφαρμόστηκε είναι σύμφωνο με τη συνταγματική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Η αύξηση του ορίου εκλογής από το 42% στο 43% θεωρήθηκε επιτρεπτή τροποποίηση για την ενίσχυση της σταθερότητας της διοίκησης.
Αλυσιτέλεια της αναίρεσης: Το ΣτΕ υπογράμμισε ότι η αποδοχή της αναίρεσης του κ. Κολιάδη θα έβλαπτε τον ίδιο, καθώς θα οδηγούσε στην ακύρωση της εκλογής του και στην εφαρμογή ενός προγενέστερου εκλογικού συστήματος. Το σκεπτικό του Δικαστηρίου επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι η επίμαχη διάταξη είχε ήδη εφαρμοστεί χωρίς προβλήματα σε προηγούμενες εκλογικές διαδικασίες.
Η απόφαση 2171/2024 απέρριψε την αίτηση αναίρεσης του κ. Κολιάδη, επικυρώνοντας τη συνταγματικότητα των εκλογικών διατάξεων και τη νομιμότητα του εκλογικού αποτελέσματος.
Νομικές και πολιτικές επιπτώσεις
Οι δύο αποφάσεις του ΣτΕ έχουν πολλαπλές επιπτώσεις τόσο στη νομολογία περί εκλογικών διαφορών όσο και στο πολιτικό σκηνικό:
Εκλογικό δίκαιο: Οι αποφάσεις αυτές επιχειρούν να επιβεβαιώσουν τη σαφήνεια και τη σταθερότητα του εκλογικού πλαισίου, αποτρέποντας περιπτώσεις αμφισβήτησης αποτελεσμάτων χωρίς ουσιαστική βάση.
Καθορισμός ορίων για την ερμηνεία διακριτικών γνωρισμάτων: Το ΣτΕ έθεσε αυστηρά κριτήρια για την ερμηνεία των διακριτικών γνωρισμάτων, προστατεύοντας τη μυστικότητα της ψήφου χωρίς να ακυρώνει ψηφοδέλτια για ασήμαντες ατέλειες.
Συνταγματικότητα του 43%: Η επικύρωση του 43% ως ορίου εκλογής από τον πρώτο γύρο δημιουργεί νομολογιακό προηγούμενο για την αποδοχή παρόμοιων εκλογικών ρυθμίσεων στο μέλλον.
Πηγή: dimokratiki.gr – Δαμιανός Αθανασίου